Κυβέρνηση Πλαστήρα

29 Αυγούστου 1949, έπεσε το Γράμμο Βίτσι.

Τέλος ο εμφύλιος πόλεμος. Σήκωσαν το κεφάλι. Συνέχιζαν οι κακο­ποιήσεις, βρισιές. Μιλώ ειλικρινά ενώπιον των μαρτύρων Β. Σαρμά από το Κατάφυτο Καλ/κας, αδελφούς Μπακόλα Τάσιο και Χρι­στόφορο και άλλους. Είπα τη λέξη "τετέλεσται". Δεν υπάρχει για μας ελπίδα για να βγούμε χάθη­καν τα πάντα.

Πιστεύαμε πως θα έρθουν σε καμιά συμφωνία με διαπραγματεύσεις, για καμιά αμνηστία. Αυτές οι ελπίδες χάθηκαν. Πολλοί με πλησίασαν και με ρωτούσαν. Αναφέρω και τα ονόματα Μηλτιάδης Σακοράφας, Αθανάσιος Κο­ντογιάννης, Νικόλαος Γκιοζέλης από Κρανιά Γρεβενών και πολλοί άλλοι.

Τους είπα. Είπα τη λέξη "τετέλεσται". Δεν υπάρχει καμιά ελπίδα ούτε για αμνηστία ούτε συμβιβασμούς, πως θα τα καταφέρει ο καθένας να βγει.

Το στρατόπεδο είχε απογοητευθεί. Η οργάνωση του στρατοπέδου έπαιρνε μέτρα μην παρασυρθούν σε δηλώσεις και τον αγώνα θα τον συνεχί­σουμε εμείς οι κρατούμενοι. Δεν περιαυτολογώ, ούτε θέλω να εξυψώσω τον εαυτόν μου, λόγου του πόστου που είχα στον ΕΛΑΣ και ήμουν γνωστός και με θεωρούσαν ότι κάτι ξέρω, όσοι με ρωτούσαν. Τους έλεγα υπομονή θα δούμε και θα σας πω πως εξελίσσονται τα πράγματα.

Κυβέρνηση Πλαστήρα

  Το 1950 έγινε κυβέρνηση Πλαστήρα. Τα πρώτα επιεικά μέτρα  ήταν:

- σταμάτημα τη δουλειά,

- δεύτερον, να πάψουν οι κακοποιήσεις,

-τρίτον, αναθεώρηση της δίκης, όσοι είναι δικασμένοι μέχρι 20 χρό­νια,

-τέταρτον, για τους ισοβίτες έχουν το δικαίωμα αναθεώρησης όσοι προσκο­μίσουν βεβαίωση αυθορμήτου παρουσιάσεως.

Όσοι είχαν το δικαίωμα για αναθεώρηση η οργάνωση του στρατοπέ­δου έλεγε ότι κανένας δεν πρέπει να κάνει αναθεώρηση. Δεν παραδε­χόμαστε και δε δεχόμαστε τα ελλιπή μέτρα του «Μαύρου Γάτου», τον Πλαστήρα.

Θα αγωνιστούμε για γενική αμνηστία και όχι δηλώσεις. Αναθεώρηση έκα­μαν μόνο εκείνοι που είχαν ταχθεί με τη διοίκηση των φυλακών, που είχαν κάμει και δηλώσεις.

Παρ' όλα τα μέτρα της κυβέρνησης ήθελαν οι εργολάβοι να πάμε για δου­λειά, μας βγάζανε. Το βάδισμα ήταν τόσο που για να πάμε στον τέταρτο όρμο κάναμε δύο ώρες. Λυσσομανούσαν οι φύλακες, αλλά δεν τολμούσαν να χτυπήσουν. Ήταν αυστηρή διαταγή. Οι φύλακες που μας συνόδευαν δά­γκωναν τα χέρια τους από την μανία τους. Δεν άργησαν, έπειτα από μία εβδομάδα σταμάτησαν τα έργα. Μόνον επί πληρωμή όσοι ήθελαν.

Το Στρατόπεδο ανέλαβε τα μαγειρεία, έλεγχος το δικαίωμα το κατ’ άτομο. Νερό μας φέρανε με το βυτίο. Τότε αρχίσαμε να ζωντανεύ­ουμε. Φαγητό χορταίναμε. Το νερό το πλύσιμο των ρούχων, ξεκού­ραση είχαμε, κουρεία, συνεργεία ραπτάδων, τσαγκαρού.

Το '50 περάσαμε καλά και όποιος ήθελε να μάθει τίποτε μάθαινε γράμματα, τέχνη. Πολλοί τεμπέληδες, όπως μπήκαν έτσι βγήκαν.

Ας γράψουμε και λίγα για τον πατριώτη μας Χρήστο Ράπτη από το Κλεινοβό Καλ/κας. Ο Χρήστος Ράπτης είχε πάρει σε δημοπρασία την τροφοδοσία των φυλακών. Είχε ανοίξει παράγκες σε όλους τους όρ­μους. Όσα λεπτά ερχόταν επιταγές όλα εκεί. Εκείνο που βρίσκαμε τα είχε όλα. Κονσέρβες δηλαδή μπακάλικο. Έγινε ένας πλουσιότερος από τους πλούσιους. Ζει και βασιλεύει στην Αθήνα..

Μήνας Σεπτέμβριος 1950

Ακούω το όνομά μου Δημ. Ράπτης το πρωί στο θυρωρείο, τον ζητεί η γραμματεία.

Με ρωτούσαν τι σε θέλουν. Δεν γνωρίζω τίποτε, εκτός από καμία ρουφια­νιά, τι άλλο;

Το πρωί ώρα 10 π.μ. στο θυρωρείο. Με παίρνει ένας φύλακας στην Δ/νση Μπουζάκη. Πήγα στο γραφείο του γελαστός με ρωτά:

- Ο Ράπτης;

- Μάλιστα.

- Για πες μου ποιόν μεγάλο γνωρίζεις στην Αθήνα;

- Του λέγω γνωρίζω πολλούς, ποιόν να πρωτοθυμηθώ.

- Τον Στρατηγό Κατσιώτα και βουλευτής τώρα τον γνωρίζεις;

- Τον γνωρίζω, είναι από το Καρπενήσι.

-Έχω γράμμα δικό του και με παρακαλεί να σας βοηθήσω να βγείτε από την φυλακή. Εγώ θα σας βοηθήσω, θα σου κάμω τα χαρτιά, ότι έδειξες καλή διαγωγή, αλλά πρέπει να με βοηθήσεις και εσύ.

Κατάλαβα, δήλωση θα θέλει.

Του λέω σε τι να σας βοηθήσω;

-Θα κάμεις δήλωση μετανοίας.

-Του λέω θα το σκεφτώ και θα σας πω.

Δεν ήταν τόσο εύκολο να κάνεις δήλωση εκτός από την συνείδηση που σε βαρύνει, αλλά και από το στρατόπεδο. Πως θα αντιμετωπίσεις αυτή την κα­τάσταση.

Μου λέγει, εάν δεν κάμεις δήλωση δεν μπορώ να σε βοηθήσω. Έφυγα.

Με ερωτούσαν τι σε ήθελαν. Δεν τους είπα την αλήθεια. Είπα κάποιο γράμμα συστημένο και ήθελαν να μάθουν τι τον έχω. Αυτός έγραψε ότι δεν θέλει να κάμει δήλωση.

Έπειτα από 15-20 μέρες παίρνω γράμμα, Απ. Παυσανίας Κατσιώτας βουλευ­τής. Το ανοίγω. Μόλις είδα τα γράμματα κατάλαβα από ποιόν ερχόταν. Ήταν του φίλου μου Δασονόμο Κων/νο Παπαδόπουλο, που αναφέρω παρα­πάνω. Αυτός έγινε ιδιαίτερος του Κατσιώτα. Μου έγραφε:

«Αγαπητέ Μήτσιο έγραψα γράμμα στον διευθυντή των φυλακών για να σου παράσχει κάθε ευκολία και βοήθεια για να αποφυλακιστείς και μας γράφει ότι αρνείσαι να κάμεις δήλωση, τι περιμένεις; Ο κομμου­νισμός κατέρρευσε, μην χάνεις τον καιρό σου και την ευκαιρία. Περι­μένω απάντηση το γρηγο­ρότερο».

Ο Παπαδόπουλος εφόσον πήρε την απάντηση από τον Δ/ντή ότι αρ­νούμαι να κάνω δήλωση, έγραψε στην γυναίκα μου, στον κουνιάδο μου Παπαγιαν­νούλη.

Παίρνω γράμμα από τη γυναίκα μου η οποία μου έγραφε:

«Πήρα γράμμα από τη Αθήνα του φίλου σου Παπαδόπουλου και μας γράφει θέλει να σε βοηθήσει να βγεις από την φυλακή. Γιατί δεν κά­μεις δήλωση. Τα παιδιά μεγάλωσαν. Ο Τέλης αρρώστησε βαριά, κό­ντεψα να τον χάσω».

Αυτό το γράμμα με συγκίνησε πολύ και περισσότερο για την αρρώ­στια του παιδιού μου.

Ο Παπαδόπουλος ξαναγράφει στο Δ/ντή. Με καλούν ξανά. Πηγαίνω.  Μου λέγει και άλλο γράμμα πήρα. Τι απόφαση πήρες;

-Του λέγω όπως γνωρίζεις τις συνθήκες του στρατοπέδου θα ήθελα πρώτον να με διώξεις γρήγορα και δεύτερον μην την ανακοινώσεις τη δήλωση.

- Έγινε μου λέγει και θα σε διώξω γρήγορα και την δήλωση δεν την ανακοι­νώνω.

 Έφυγα από το γραφείο. Θάμπωσε ο ήλιος από την στενοχώρια. Μπήκα στο στρατόπεδο περίμεναν να μάθουν τι συμβαίνει.

Το είπα στους στενούς μου φίλους. Στον δάσκαλό μου Δ/ντής Τραπε­ζίτης από τις Σέρρες. Μου μάθαινε λογιστικά. Του μαρτύρησα. Μου λέγει έκαμες θαυμάσια, το ίδιο θα έκαμα και εγώ. Το παραμύθι έληξε.

Το βράδυ στο μεγάφωνο. Ο Δημ.Ράπτης επανήλθε στην οικογένεια της Ελ­λάδος. Αποκήρυξε τον κομμουνισμό και θα τύχει κάθε βοήθεια να πηγαίνει στο σπίτι του. Η Δ/νση σας καλεί να ακολουθήσετε το παράδειγμα Ράπτη.

Ομολογώ πως έκαμα προδοσία, αλλά και αν δεν έκαμα τι θα ωφε­λούσε, τί­ποτε. Ήταν μια ψυχολογική βία. Υπογραφή πήραν, καρδιά δεν πήραν.

Μόλις ανακοινώθηκε το όνομά μου, αναστάτωση στο στρατόπεδο. Ο Ρά­πτης πρόδωσε το λαό και τον αγώνα του, χρειάζεται περιφρόνηση και απο­μόνωση. Από την περιφέρειά μου, αν όχι όλοι, ορισμένα στε­λέχη και η ορ­γάνωση στην απομόνωση. Δεν μου μιλούσαν.

Ένα βράδυ έρχεται μια επιτροπή με επικεφαλής τον Χρήστο Τσακα­γιάννη από το χωριό Κορυδαλλό στην σκηνή.

Μου λέγει ο Χρήστος, τα συλλυπητήριά μου. Εάν εσύ ο Ράπτης αγα­πητέ Μήτσιο, αυτό που έκαμες, πρώτον προδοσία και δεύτερον το όνομά σου έσβησε. Όσα έκαμες και τις θυσίες τα κλώτσησες. Η περι­φέρειά μας έχασε έναν αγωνιστή και λυπούμαστε που κόβουμε την καλημέρα από όλους τους πατριώτες.

 Εκεί τα άκουγαν οι κρατούμενοι της σκηνής. Του απαντώ.

- Φίλε Χρήστο, ευχαριστώ για τα συλλυπητήριά σας και σας εύχομαι να μεί­νετε πιστοί. Αλλά σημείωσε ότι θα ντραπείς να με δεις και σου λέγω τούτο, πολύ σύντομα θα μου ζητήσεις συγνώμη και τα πόδια θα μου φιλήσεις. Σας το είπα όλους σας ότι "τετέλεσται". Δεν τον πρό­δωσα εγώ τον αγώνα. Τον πρόδωσαν αυτοί που τον ξεκίνησαν. Εγώ τα μελέτησα καλά και πήρα την απόφαση να πάω κοντά στα παιδιά μου. Ο νεκρός δεν ανασταίνεται. Ο αγώ­νας του λαού προδόθηκε.

Παρ' όλα που έβαλαν τα δυνατά τους για την απομόνωση τα 3/4 του στρατοπέδου πήραν το μέρος μου. Ο Χρήστος από το χωριό του ήταν επτά κρατούμενοι και οι έξη ήρθαν με το μέρος μου. Όσοι σκέπτονταν να βγουν εκμεταλλεύονταν το όνομά μου.

Εφόσον ο Ράπτης έκαμε εμείς τι να κάναμε; Αυτός ήταν και στέλεχος. Τους έξη ο Χρήστος τους έχασε, ήρθαν με το μέρος μου.

Μου λεν δεν ακούμε κανέναν ούτε Χρήστο ούτε οργάνωση. Εμείς ακολου­θούμε εσένα.

Φυσικά η παραμονή μου στη Γιούρα μετά από την δήλωση ήταν για μένα δυσάρεστη. Δεν με έδιωξε όπως μου είπε εντός οκτώ ημερών. Πέρασαν πε­ρισσότερο από 15 ημέρες. Δεν με στενοχωρούσε τίποτε άλλα όσο από τους πατριώτες τους δικούς δε μου μιλούσαν.

Στο μεταξύ άρχισαν οι δηλώσεις. Πρώτος ο Μηλτιάδης Σακοράφας από Κρανιά Γρεβενών. Κάθε ημέρα πήγαιναν στο Αρχηφυλάκειο και κάμανε δηλώσεις και αναθεωρήσεις της δίκης. Τα ονόματα τα ανα­κοίνωναν δια των μεγαφώνων. Ο ένας κοντά στον άλλον. Έσπασε ο πάγος. Πήραν θάρρος, όχι ότι είμαι ο πρώτος που έκαμα την δήλωση, είχαν κάμει και άλλοι πριν ακόμη πέσει το Γράμμο Βίτσι.

 Οι περισσότεροι έγιναν χαφιέδες, έπιασαν θέσεις σε γραφεία, επιστά­τες, υποκόμοι κ.λ.π.

Εγώ την έκαμα με τα μέτρα επιείκειας για αναθεώρηση της δίκης, δεν έγινα χαφιές.